- ἀστερόεντα
- ἀστερόειςlike a starneut nom/voc/acc plἀστερόειςlike a starmasc acc sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ἀστερόενθ' — ἀστερόεντα , ἀστερόεις like a star neut nom/voc/acc pl ἀστερόεντα , ἀστερόεις like a star masc acc sg ἀστερόεντι , ἀστερόεις like a star masc/neut dat sg ἀστερόεντε , ἀστερόεις like a star masc/neut nom/voc/acc dual … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μεταπρεπής — μεταπρεπής, ές (Α) αυτός που διαπρέπει μεταξύ άλλων, διακεκριμένος, ξεχωριστός («ἄφθιτον ἀστερόεντα, μεταπρεπέ ἀθανάτοισιν», Ομ. Ιλ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < μετ(α) * + πρεπής (< πρέπω), πρβλ. αξιο πρεπής, δια πρεπής] … Dictionary of Greek
Άνεμοι — Μυθολογικά πρόσωπα. Πρόκειται για τερατόμορφες προσωποποιήσεις των στοιχείων της φύσης, που προκαλούν τρόμο στους ανθρώπους, ή ήρεμες και ευεργετικές θεότητες (κανονικοί άνεμοι). Οι πρώτοι αντιπροσωπεύονται από τα τέρατα Τυφάωνα ή Τυφωέα, Έχιδνα … Dictionary of Greek